-
1 καταχαίρω
A :— exult over,ἐόντι αἰχμαλώτῳ.. κ. Hdt.1.129
; εἴτε εὐνοίῃ.., εἴτε καὶ καταχαίρων with malicious joy, Id.7.239.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταχαίρω
-
2 καταχαίρω
-
3 κατα-κερ-τομέω
κατα-κερ-τομέω, schelten, verspotten; καὶ καταχαίρω Her. 1, 129; πολλὰ κατεκερτόμησέ νιν 2, 135; Sp., auch τινός, wie Polyaen. 1, 34, 1; Long. 2, 20; καὶ ἐπιχλευάζειν τινί Philo.
-
4 χαίρω
+ V 3-7-21-9-47=87 Gn 45,16; Ex 4,14.31; 1 Sm 19,5; 1 Kgs 2,46a(4,20)to rejoice, to be glad Gn 45,16; to rejoice at, to take pleasure in [τινι] Prv 6,16; id. [ἐπί τινα] 2 Kgs 20,13; id. [ἐπί τινι] TobBA 13,16; id. [ἔν τινι] TobS 13,16; to please [τινι] TobS 5,10; χαίροντες glad, joyful 1 Kgs 8,66; χαίρετε welcome TobS 7,1χαρήσεται ἐν ἑαυτῷ he will rejoice within himself Ex 4,14; (Βασιλεῖ ∆αρείῳ) χαίρειν greetings (to king Darius) 1 Ezr 6,8, see also 1 Ezr 8,9, Est 8,12b, passim in 1 Mc, 2 Mc and 3 Mc *Ex 4,31 καὶ ἐχάρη and they rejoiced-מחושׂוי for MT מעושׁוי and they heard, see also 2 Kgs 20,13; *Jer 38(31),13(bis) χαρήσονται shall rejoice -וּדּיְַח חדה for MT ודּיְַחָ together; *Prv 6,16 χαίρει he rejoices-שׂשׂשׂושׂ for MT שׁשׁ sixCf. BICKERMAN 1976 120-125; 1980 136-137; HELBING 1928, 258; LE BOULLUEC 1989, 105; LLEWELYN1994, 35; WALTERS 1973, 105; →NIDNTT; TWNT(→ἐπιχαίρω, καταχαίρω, προσχαίρω, συγ-,,)
См. также в других словарях:
χαίρω — ΝΜΑ, και μέσ. χαίρομαι Ν 1. αισθάνομαι χαρά, είμαι χαρούμενος (α. «χαίρω πολύ» β. «οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ», ΚΔ γ. «χαίρω δὲ καὶ αὐτὸς θυμῷ, ἐπεὶ δοκέω νικησέμεν Ἕκτορα δῑον», Ομ. Ιλ.) 2. (η προστ. β προσ. ενεστ.) χαίρε,… … Dictionary of Greek